Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΧΑΤΜΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΧΑΤΜΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010

ΜΑΧΑΤΜΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ

Ο Μαχάτμα είναι ένα πρόσωπο που με ειδική εκπαίδευση και παιδεία έχει αναπτύξει εκείνες τις ανώτερες ιδιότητες και έχει φτάσει στην πνευματική γνώση που οι κανονικοί άνθρωποι θα αποκτήσουν περνώντας αναρίθμητη ακολουθία μετενσαρκώσεων κατά τη διάρκεια της κοσμικής εξέλιξης υπό τον όρο ότι, εν τω μεταξύ, δεν θα βαδίσουν αντίθετα προς τον σκοπό της Φύσης προκαλώντας την εκμηδένισή τους. Αυτή η διαδικασία της αυτό-εξέλιξης του Μαχάτμα αναπτύσσεται ύστερα από έναν αριθμό «ενσαρκώσεων» που είναι συγκριτικά σχετικά λίγες.
Τί είναι, όμως, αυτό που ενσαρκώνεται; Καθόσον μας έχει παραδοθεί, η απόκρυφη διδασκαλία δείχνει ότι οι τρεις πρώτες αρχές (1) λίγο-πολύ πεθαίνουν με τον αποκαλούμενο φυσικό θάνατο. Η τέταρτη αρχή (2) μαζί με τα κατώτερα μέρη της πέμπτης (3), όπου κατοικούν οι ζωώδεις τάσεις, βρίσκεται στο Κάμα Λόκα, όπου υφίσταται τον οξύ πόνο της αποσύνθεσης ανάλογα προς την ένταση εκείνων των κατώτερων επιθυμιών.
Αντίθετα, το ανώτερο Μάνας, ο «αγνός άνθρωπος» είναι που συνδέεται με την έκτη και έβδομη αρχή και πηγαίνει στο Ντεβαχάν για να απολαύσει εκεί τα αποτελέσματα του καλού του Κάρμα και μετά να επανενσαρκωθεί ως ανώτερη ατομικότητα.
Η ύπαρξη, λοιπόν, που περνά την απόκρυφη εκπαίδευση στις διαδοχικές γεννήσεις της, βαθμηδόν έχει όλο και λιγότερο (σε κάθε ενσάρκωση) από το κατώτερο Μάνας μέχρις ότου φτάσει η στιγμή κατά την οποία όλο το Μάνας, ενός απολύτως προηγμένου είδους, επικεντρώνεται στην ανώτερη ατομικότητα, οπότε ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να ονομαστεί ΜΑΧΑΤΜΑ.
Κατά την ώρα του φυσικού θανάτου και οι τέσσερεις κατώτερες αρχές εξαφανίζονται χωρίς πόνο γιατί, στην πραγματικότητα, αποτελούν για τον άνθρωπο ένα ένδυμα που το φορά κατά βούληση. Ο πραγματικός ΜΑΧΑΤΜΑ δεν είναι το φυσικό του σώμα αλλά εκείνο το ανώτερο ΜΑΝΑΣ που είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένο με το Άτμα και το όχημά του (την έκτη αρχή) – μια σύνδεση που έχει επιτευχθεί σε μια συγκριτικά μικρή περίοδο περάσματος από τη διαδικασία της αυτό- εξέλιξης , όπως έχει ορισθεί από την Απόκρυφη Φιλοσοφία.
Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι εκφράζουν την επιθυμία να «δουν έναν Μαχάτμα» δεν μοιάζουν πράγματι να καταλαβαίνουν τί ζητούν. Πώς μπορούν με τα φυσικά τους μάτια να ελπίζουν να δουν αυτό που «υπερβαίνει» την όρασή τους; Επιθυμούν ή ψάχνουν το σώμα – ένα απλό περίβλημα ή μια μάσκα; Και αν υποθέσουμε ότι βλέπουν το σώμα του ΜΑΧΑΤΜΑ, πώς μπορούν να ξέρουν ότι πίσω από αυτή τη μάσκα κρύβεται μια μεταρσιωμένη οντότητα; Με ποια κριτήρια θα κρίνουν αν η Μάγια (Πλάνη) που βλέπουν αντανακλά την εικόνα του αληθινού ΜΑΧΑΤΜΑ ή όχι; Και ποιός θα πει ότι το φυσικό δεν είναι Μάγια; Καθετί ανώτερο μπορεί να γίνει αντιληπτό μόνο μέσω της ανώτερης ανάλογης αίσθησης. Έτσι, λοιπόν, όποιος θέλει να δει τον αληθινό ΜΑΧΑΤΜΑ πρέπει να χρησιμοποιήσει την «πνευματική» του όραση. Πρέπει να ανυψώσει τόσο το Μάνας του ώστε η αντίληψή του να είναι καθαρή και να διαλυθεί κάθε αχλύ που προκαλεί η Μάγια. Τότε, η όρασή του θα είναι καθαρή και θα βλέπει τους ΜΑΧΑΤΜΑ όπου και αν είναι γιατί, έχοντας εισχωρήσει στην έκτη και έβδομη αρχή, που είναι πανταχού παρούσες, μπορεί να πει κανείς ότι οι ΜΑΧΑΤΜΑ βρίσκονται παντού.
Συγχρόνως, όμως, όπως ακριβώς ευρισκόμενοι στην κορυφή ενός βουνού βλέπουμε πανοραμικά μια ολόκληρη πεδιάδα αλλά δεν μπορούμε να διακρίνουμε κάποιο συγκεκριμένο δέντρο ή σημείο, γιατί από τόσο ψηλά όλα κάτω μοιάζουν σχεδόν ίδια και κάτι διαφορετικό προς το περιβάλλον δεν τραβά την προσοχή μας – κατά τον ίδιο τρόπο, αν και όλη η ανθρωπότητα βρίσκεται μέσα στο νοητικό πεδίο των ΜΑΧΑΤΜΑ, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε από αυτούς να προσέχουν ξεχωριστά κάθε ανθρώπινο ον, εκτός αν αυτό το ον προκαλέσει την προσοχή τους με τις ιδιαίτερες πράξεις του.
Το ύψιστο ενδιαφέρον της ανθρωπότητας, συνολικά, είναι η ξεχωριστή μέριμνά τους, γιατί έχει ταυτισθεί με την Παγκόσμια Ψυχή που διαποτίζει την Ανθρωπότητα, και όποιος τραβήξει την προσοχή τους πρέπει να το κάνει μέσω της Ψυχής αυτής που διαπερνά τα πάντα. Αυτή η αίσθηση του Μάνας μπορεί να ονομασθεί «πίστη» που, όμως, δεν θα πρέπει να συγχέεται με την «τυφλή πίστη». Η «τυφλή πίστη» είναι μια έκφραση που χρησιμοποιείται ενίοτε για να υποδηλώσει την χωρίς αντίληψη πίστη ή κατανόηση, ενώ η αληθινή αντίληψη του Μάνας είναι εκείνη η φωτισμένη πίστη που αποδίδει το πραγματικό νόημα της λέξης. Η πίστη αυτή πρέπει να συνοδεύεται παράλληλα με γνώση δηλαδή εμπειρία, γιατί «η αληθής γνώση συνεπάγεται πίστη».
Πίστη είναι η αντίληψη του Μάνας ( η πέμπτη αρχή) ενώ η γνώση, υπό την ορθή έννοια του όρου, είναι η ικανότητα της Διάνοιας, δηλαδή είναι πνευματική αντίληψη. Εν ολίγοις, η ανώτερη ατομικότητα του ανθρώπου που αποτελείται από το ανώτερο Μάνας του, την έκτη και έβδομη αρχή, θα έπρεπε να λειτουργεί ως ενότητα και μόνο τότε μπορεί να αποκτήσει «θεία σοφία», γιατί τα θεία μπορούν να γίνουν αισθητά μόνο με θείες ιδιότητες.
Έτσι η επιθυμία που πρέπει να ωθεί κάποιον να θέλει να γίνει Τσέλα (μαθητής) είναι να καταλάβει τόσο βαθειά τις λειτουργίες του Νόμου της Κοσμικής Εξέλιξης, ώστε να καταστεί ικανός να συνεργάζεται αρμονικά με τη Φύση αντί να αντιβαίνει στους σκοπούς της λόγω άγνοιας.

The Theosophist, Ιούλιος 1884