Translate

Τρίτη 11 Μαρτίου 2008

ΜΑΘΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΟΙ

Καθώς η λέξη «Mαθητής-Τσέλα» έχει, ανάμεσα σε άλλες, εισαχθεί από τη Θεοσοφία στη νομενκλατούρα της Δυτικής μεταφυσικής και ενώ η κυκλοφορία του περιοδικού μας διαρκώς διευρύνεται, θα ήταν καλό να δοθεί κάποια πιο συγκεκριμένη εξήγηση, από ό,τι έως τώρα, αναφορικά με την έννοια αυτού του όρου και τους κανόνες του, προς όφελος των Ευρωπαίων αλλά και των εξ Ανατολής μελών μας.
«Τσέλα», λοιπόν, είναι κάποιος ή κάποια που έχει προσφερθεί ως μαθητής για να μάθει στην πράξη «τα κρυμμένα μυστήρια της Φύσης και τις ψυχικές δυνάμεις που λανθάνουν στον άνθρωπο».
Ο πνευματικός δάσκαλος προς τον οποίον προτείνει την υποψηφιότητά του ο μαθητής, ονομάζεται στην Ινδία Γκουρού. Και ο πραγματικός Γκουρού είναι πάντα ένας Μύστης στην Απόκρυφη Επιστήμη. Ένας άνθρωπος βαθιάς γνώσης, εξωτερικής και εσωτερικής, ιδιαίτερα της εσωτερικής, και άνθρωπος που έχει θέσει τη σαρκική φύση στην υπηρεσία της ΘΕΛΗΣΗΣ. Άνθρωπος που έχει αναπτύξει εντός του τόσο τη δύναμη (Σίντι) να ελέγχει τις δυνάμεις της φύσης όσο και την ικανότητα να διερευνά τα μυστικά της με τη βοήθεια των πρώην λανθανουσών αλλά τώρα ενεργών δυνάμεών του: αυτός είναι ο πραγματικός Γκουρού.
Το να προσφέρει κανείς τον εαυτό του ως υποψήφιο για μαθητεία είναι αρκετά εύκολο, αλλά το να εξελιχθεί σε Αντέπτ είναι το πιο δύσκολο καθήκον που θα μπορούσε να αναλάβει κανείς. Υπάρχει πλήθος «γεννημένων» ποιητών, μαθηματικών, μηχανικών, πολιτικών κ.λ.π. αλλά εκ φύσεως Μύστης είναι κάτι πρακτικά αδύνατο. Γιατί, αν και πράγματι ακούμε κατά σπάνια διαστήματα για κάποιον που έχει μια εξαιρετική έμφυτη ικανότητα για την απόκτηση απόκρυφης γνώσης και δύναμης, ακόμα και αυτός πρέπει να περάσει τα ίδια τεστ και δοκιμασίες και να υποστεί την ίδια αυτό-εκπαίδευση όπως οποιοσδήποτε λιγότερο προικισμένος μαθητής.
Σε αυτή την περίπτωση είναι απολύτως αληθές ότι δεν υπάρχει βασιλικός δρόμος από τον οποίον μπορούν να ταξιδεύουν οι ευνοούμενοι. Επί αιώνες η επιλογή των Μαθητών – εκτός της κληρονομικής ομάδας εντός του γκον- πα (ναού) – γινόταν από τους ίδιους τους Μαχάτμα των Ιμαλαΐων μέσα από την τάξη των φυσικών μυστικιστών - που στο Θιβέτ είναι σημαντική σε αριθμό μελών. Οι μόνες εξαιρέσεις έγιναν για την περίπτωση των Δυτικών όπως ο Φλαντ, ο Τόμας Βον, ο Παράκελσος, ο Πίκο ντε Μιραντόλα, ο Κόμης Σαιν-Ζερμέν κ.λ.π. των οποίων η συνάφεια της ιδιοσυγκρασίας προς την ουράνια αυτή επιστήμη λίγο – πολύ ανάγκασε τους απόμακρους Μύστες-Αντέπτ να έρθουν σε προσωπική επαφή μαζί τους και τους έδωσε τη δυνατότητα να πάρουν όσο μικρό ή μεγάλο μέρος της καθολικής αλήθειας ήταν δυνατόν στο κοινωνικό τους περιβάλλον.
Από το 4ο Βιβλίο του Κίου-τε , Κεφάλαιο : «οι Νόμοι του Ουπασάν», μαθαίνουμε ότι τα προσδοκώμενα προσόντα του Μαθητή- Τσέλα, ήσαν :
1. Τέλεια φυσική υγεία
2. Απόλυτη διανοητική και φυσική αγνότητα
3. Ανιδιοτέλεια, παγκόσμια ευσπλαχνία, συμπόνοια για όλα τα ζώντα όντα
4. Ειλικρίνεια και ακλόνητη πίστη στον νόμο του Κάρμα, ανεξάρτητη από οποιαδήποτε τυχόν παρεμβαίνουσα φυσική δύναμη: νόμος, η πορεία του οποίου δεν πρόκειται να εμποδιστεί από οποιονδήποτε παράγοντα ούτε και να αναγκασθεί να παρεκκλίνει από προσευχή ή εξιλαστήριες εξωτερικές τελετές.
5. Ακατάβλητο θάρρος σε κάθε κατάσταση ανάγκης, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής.
6. Μια ενστικτώδης αντίληψη ότι είναι το όχημα του εκδηλωμένου Αβαλοκιτεσβάρα ή του Θείου Άτμαν (Πνεύμα).
7. Ήρεμη αδιαφορία αλλά και ορθή εκτίμηση του αντικειμενικού και εφήμερου κόσμου, αναφορικά προς τις αόρατες περιοχές.
Τουλάχιστον τέτοια θα πρέπει να ήσαν τα προσόντα κάποιου που θα είχε στόχο να γίνει τέλειος Μαθητής. Με μοναδική εξαίρεση το 1ο, που σε σπάνιες και ιδιάζουσες περιπτώσεις θα ήταν τροποποιήσιμο, καθένα από αυτά τα σημεία ισχύουν μονίμως και όλα, λίγο – πολύ, πρέπει να έχουν αναπτυχθεί στην εσώτερη φύση από τις ΑΒΟΗΘΗΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ του Τσέλα πριν την καθοριστική δοκιμασία.
Όταν ο αυτό-εξελισσόμενος ασκητής – είτε εντός είτε εκτός του ενεργού κόσμου – έχει θέσει τον εαυτό του, σύμφωνα με τη φυσική του ικανότητα, υπεράνω, τον καθιστά κύριο των: 1) Σαρίρα –σώματός του 2) Ιντρίγια – αισθήσεων 3) Ντόσα – ελαττωμάτων 4) Ντούκα – πόνου και είναι έτοιμος να γίνει ένα με το Μάνας, δηλαδή τον Νου, με το Μπούντι, δηλαδή τη σοφία ή πνευματική ευφυία και το Άτμα, που είναι η ύψιστη ψυχή δηλαδή πνεύμα. Όταν είναι έτοιμος γι’ αυτά και επιπλέον είναι έτοιμος να αναγνωρίσει στο Άτμα τον ύψιστο κυβερνήτη του κόσμου των αντιλήψεων και στη θέληση την ύψιστη εκτελεστική ενέργεια (δύναμη), τότε μόνο μπορεί, κάτω από διαχρονικούς κανόνες, να καθοδηγηθεί από τον Αντέπτ. Τότε ο Δάσκαλος μπορεί να του δείξει το μυστηριώδες μονοπάτι στο τέρμα του οποίου ο Μαθητής διδάσκεται την αλάθητη διάκριση του Phala ή τα αποτελέσματα των αιτίων και του δίνονται τα μέσα να φτάσει στην Απαβάργκα, που είναι η απελευθέρωση από τη δυστυχία των επαναλαμβανόμενων γεννήσεων ( για τον καθορισμό των οποίων ο αδαής δεν έχει λόγο ) και έτσι να αποφύγει την Pratya – bhava, δηλαδή τη μετάβαση σε διαφορετικά σώματα.
Από της ιδρύσεως, όμως, της Θεοσοφικής Εταιρείας, ένα από τα επίπονα καθήκοντα της οποίας ήταν να επαναφυπνίσει στην Άρια φυλή τη λανθάνουσα ανάμνηση της ύπαρξης αυτής της επιστήμης και των υπερβατικών εκείνων ανθρώπινων ιδιοτήτων, οι κανόνες επιλογής των "μαθητών" έχουν, κατά κάποιο τρόπο, ατονήσει.
Πολλά μέλη της Εταιρείας έχοντας πεισθεί με έμπρακτες αποδείξεις πάνω στα προαναφερθέντα σημεία και ορθά πιστεύοντας ότι, εάν κάποιοι άλλοι άνθρωποι έφτασαν τον στόχο, τότε και οι ίδιοι, εφόσον είναι εγγενώς κατάλληλοι, θα μπορούσαν να τον πετύχουν ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι, ασκούν πιέσεις για να γίνουν δεκτοί ως υποψήφιοι. Καθώς δε θα ήταν παρέμβαση στο Κάρμα να τους αρνηθεί κανείς την ευκαιρία του να αρχίσουν τουλάχιστον – εφόσον ήσαν τόσο πιεστικοί - τους έδωσαν την ευκαιρία. Τα αποτελέσματα μέχρι τώρα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά και πρέπει να καταδειχθεί σε αυτούς τους άτυχους η αιτία της αποτυχίας τους αλλά και να προειδοποιηθούν άλλοι να μην ακολουθήσουν απρόσεχτα μια τέτοια μοίρα.
Αυτή, λοιπόν, είναι η αιτία που επέβαλε τη συγγραφή τούτου του άρθρου. Οι εν λόγω υποψήφιοι, αν και είχαν προειδοποιηθεί, έκαναν κακό ξεκίνημα προσβλέποντας εγωιστικά στο μέλλον και, ξεχνώντας το παρελθόν, λησμόνησαν ότι δεν είχαν κάνει το ελάχιστο για να αξίζουν τη σπάνια τιμή της επιλογής, το ελάχιστο που θα τους εγγυάτο την προσδοκία ενός τέτοιου προνομίου: ότι δεν μπορούσαν να καυχώνται για καμία από τις προαναφερθείσες αξίες. Σαν άνθρωποι του ιδιοτελούς, αισθητού κόσμου, είτε παντρεμένοι είτε όχι, πολιτικοί ή στρατιωτικοί υπάλληλοι ή και επιστήμονες έτυχαν παιδείας που κυρίως αποσκοπούσε στο να τους αφομοιώσει στη ζωική φύση και ελάχιστα στην ανάπτυξη των πνευματικών τους δυνατοτήτων. Εντούτοις, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί είχαν αρκετή ματαιοδοξία ώστε να υποθέτουν ότι η δική τους περίπτωση αποτελούσε μια εξαίρεση του νόμου που ίσχυε αναρίθμητους αιώνες, λες και, πράγματι, στο πρόσωπό τους είχε γεννηθεί στον κόσμο ένας νέος Αβατάρ! Όλοι περίμεναν να τους διδαχθούν μυστικά, να τους δοθούν ασυνήθιστες δυνάμεις γιατί, απλώς, είχαν γίνει μέλη της Θεοσοφικής Εταιρείας. Κάποιοι είχαν αποφασίσει ειλικρινά να βελτιώσουν τη ζωή τους και να εγκαταλείψουν την κακή πορεία τους. Οπωσδήποτε αυτό οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε.
Όλοι απορρίφθηκαν κατ’ αρχήν, ακόμα και ο ίδιος ο Συνταγματάρχης Όλκοτ, ο Πρόεδρος. Καθόσον δε αφορά στον συνταγματάρχη δεν πειράζει να πούμε ότι δεν έγινε δεκτός επισήμως ως Τσέλα μέχρι να αποδείξει μέσα από αφοσιωμένη εργασία που διήρκεσε πάνω από ένα χρόνο και με αποφασιστικότητα που δεν επιδέχεται αντίρρηση, ότι η έκβαση της δοκιμασίας θα ήταν θετική.
Τότε προέκυψαν παράπονα από όλες τις πλευρές – από Ινδουιστές, που θα έπρεπε να είναι γνώστες του ζητήματος, καθώς και από Ευρωπαίους οι οποίοι, βεβαίως, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν καθόλου τους κανονισμούς. Το θέμα ήταν πως μόνο εάν εδίδετο η ευκαιρία σε μερικούς τουλάχιστον Θεόσοφους να δοκιμάσουν θα μπορούσε να επιζήσει η Εταιρεία. Οποιοδήποτε άλλο υψηλόφρον και ανιδιοτελές χαρακτηριστικό του προγράμματός μας αγνοήθηκε – το καθήκον του ανθρώπου προς τον γείτονά του, προς τη χώρα του, το καθήκον του να βοηθά, να διαφωτίζει, να ενθαρρύνει και να τονώνει τους πιο αδύναμους και λιγότερο ευνοημένους απ’ αυτόν, όλα αγνοούνταν μέσα στην τρελή σπουδή προκειμένου να γίνει κανείς μύστης. Η κραυγή για φαινόμενα, φαινόμενα, φαινόμενα, αντηχούσε σε κάθε γειτονιά και οι Ιδρυτές εμποδίζονταν στο πραγματικό έργο τους ενώ τους ενοχλούσαν επίμονα να παρεμβαίνουν στους Μαχάτμας για όποιον είχε παράπονο, αν και οι καημένοι αντιπρόσωποί τους έπρεπε να αντιμετωπίζουν όλα τα χτυπήματα της μοίρας.
Εν τέλει οι ανώτερες αρχές ανακοίνωσαν πως μερικοί από τους αμεσότερους υποψήφιους θα έπρεπε να γίνουν δεκτοί βάσει των λεγόμενών τους. Το αποτέλεσμα του πειράματος θα έδειχνε ίσως καλύτερα από οσοδήποτε κήρυγμα τί σήμαινε το να είναι κανείς Τσέλα και ποιές είναι οι συνέπειες της ιδιοτέλειας και του θράσους. Κάθε υποψήφιος προειδοποιήθηκε ότι πρέπει οπωσδήποτε να περιμένει χρόνια πριν να θεωρηθεί κατάλληλος και ότι πρέπει να περάσει μια σειρά εξετάσεων που θα αποκάλυπταν τί υπάρχει εντός του, είτε καλό είτε κακό. Ήταν σχεδόν όλοι παντρεμένοι και έτσι προσδιορίστηκαν ως "δόκιμοι" - ένας καινούριος όρος για την Αγγλική γλώσσα, που είχε, όμως, προ πολλού το αντίστοιχό του στις Ασιατικές γλώσσες.
Ο δόκιμος μαθητής δεν είναι παρά ένας άνθρωπος των εγκοσμίων που δηλώνει επίσημα την επιθυμία του να καταστεί σοφός στα πνευματικά ζητήματα. Ουσιαστικά, κάθε μέλος της Θεοσοφικής Εταιρείας που συγκατατίθεται στον δεύτερο από τις τρεις “Δηλωμένους Σκοπούς” είναι λαϊκός ή εξωτερικός μαθητής. Γιατί, αν και δεν ανήκει στους πραγματικούς Μαθητές, έχει, εντούτοις, τη δυνατότητα να γίνει ένας που  έχει περάσει τη διαχωριστική γραμμή που τον κρατούσε σε απόσταση από τους Μαχάτμα και, κατά κάποιο τρόπο, έχει θέσει τον εαυτό του υπό την παρατήρησή τους. Συμμετέχοντας στην Εταιρεία και δεσμευόμενος να βοηθήσει στο έργο της, δεσμεύεται να ενεργεί σε κάποιο βαθμό από κοινού με τους Μαχάτμα, με εντολή των οποίων οργανώθηκε η Εταιρεία και με την υπό όρους προστασία των οποίων εξακολουθεί να υφίσταται. Η συμμετοχή είναι, λοιπόν, η εισαγωγή. Όλα τα υπόλοιπα εξαρτώνται απολύτως από το ίδιο το μέλος και δεν θα πρέπει ποτέ να προσδοκά ούτε την ελάχιστη προσέγγιση στην «εύνοια» κάποιου από τους Μαχάτμα μας ή οιουδήποτε άλλου Μαχάτμα στον κόσμο – αν αυτοί ήθελαν να γίνουν γνωστοί – προσέγγιση που δεν θα έχει κερδηθεί απολύτως από προσωπική αξία. Οι Μαχάτμα είναι οι υπηρέτες, όχι οι ρυθμιστές του Νόμου του Κάρμα.
ΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΟΚΙΜΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΔΕΝ ΠΑΡΕΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΣΕ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΤΟΥ ΝΑ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΞΙΕΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΝΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥ.
Και το αν αυτός ο Διδάσκαλος γίνεται ορατός ή όχι από τον μαθητή δεν έχει σημασία ως προς το αποτέλεσμα: οι καλές του σκέψεις, τα λόγια και οι πράξεις θα φέρουν καρπούς, οι κακές θα φέρουν τους δικούς τους. Το να καυχάται κανείς ότι είναι "δόκιμος' ή το να το διατυμπανίζει είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για να περιορίσει τη σχέση του με τον Γκουρού σε μια κενή λέξη, γιατί θα ήταν μια «πρώτης όψεως» μαρτυρία ματαιοδοξίας και ακαταλληλότητας για περαιτέρω πρόοδο. Επί χρόνια έχουμε διδάξει παντού το αξίωμα «Πρώτα γίνου άξιος, μετά επιθύμησε» μια στενότερη σχέση με τους Μαχάτμα.
Ισχύει, λοιπόν, στη φύση ένας φοβερός νόμος, ένας νόμος που δεν μπορεί να μεταβληθεί, η ισχύς του οποίου ξεκαθαρίζει το προφανές μυστήριο της επιλογής ορισμένων «Τσέλα» που έχουν, προσφάτως, αποδειχθεί θλιβερά δείγματα ηθικής.
Θυμάται ο αναγνώστης την παλιά ρήση: «Μη θίγετε τα κακώς κείμενα»; Υπάρχει μια απόκρυφη έννοια σε αυτήν. Κανείς, άντρας ή γυναίκα, δεν γνωρίζει την ηθική του δύναμη μέχρι να δοκιμαστεί. Χιλιάδες άνθρωποι περνούν από τη ζωή αξιοσέβαστοι, γιατί ποτέ δεν βρέθηκαν σε δοκιμασία. Είναι, αναμφίβολα, κοινότοπο αλλά ισχύει επί του προκειμένου. Κάποιος που δεσμεύεται να δοκιμασθεί ως Μαθητής και μόνο με την πράξη του δίνει έναυσμα σε κάθε λανθάνον πάθος της ζωώδους φύσης του. Γιατί αυτό είναι το ξεκίνημα ενός αγώνα για κυριαρχία χωρίς αντάλλαγμα. Είναι μια για πάντα το «Να ζει κανείς ή να μη ζει». Το να κατακτήσεις σημαίνει να γίνεις Αντέπτ. Το να αποτύχεις είναι ένα ανέντιμο μαρτύριο – γιατί το να πέσεις θύμα πόθου, υπερηφάνειας, φιλαργυρίας, ματαιοδοξίας, ιδιοτέλειας, δειλίας ή οποιουδήποτε άλλου ευτελούς κινήτρου είναι πράγματι αναξιοπρεπές, εάν λάβουμε ως μέτρο το πραγματικό σθένος.
Ό "μαθητής" δεν καλείται μόνο να αντιμετωπίσει όλες τις λανθάνουσες κακές τάσεις της φύσης του αλλά και όλο τον όγκο της επιβλαβούς δύναμης που έχει συσσωρευτεί στην κοινωνία και στο έθνος όπου ανήκει. Γιατί αποτελεί ένα ακέραιο μέρος αυτών των συνόλων και αυτό που επηρεάζει είτε τον μεμονωμένο άνθρωπο είτε την ομάδα (πόλη ή έθνος) έχει αντίκτυπο στον άλλον. Και σε αυτή την περίπτωση ο αγώνας για το καλό απηχεί στο σύνολο της κακότητας στο περιβάλλον του και επισύρει την οργή του περιβάλλοντος εναντίον του.
Εάν είναι ικανοποιημένος με το να συμβαδίζει με τους γείτονές του και να τους μοιάζει – ίσως λίγο καλύτερος ή λίγο χειρότερος από τον μέσο όρο – κανείς δεν θα τον σκεφτεί. Αλλά ας γίνει γνωστό ότι αυτός που κατάφερε να εντοπίσει την κενή γελοιοποίηση της κοινωνικής ζωής, την υποκρισία της, την ιδιοτέλειά της, την τρυφηλότητά της, την απληστία και άλλα κακά χαρακτηριστικά και έχει αποφασίσει να ανυψωθεί σε ανώτερο επίπεδο, αμέσως μισείται και κάθε κακή, μισαλλόδοξη ή κακόβουλη φύση του στέλνει ένα ρεύμα αντίθετης δύναμης θέλησης.
Αν είναι φύσει δυνατός το αποπέμπει, σαν τον δυνατό κολυμβητή που διασχίζει το ρεύμα που θα παρέσυρε κάποιον λιγότερο ικανό. Σε αυτή την ηθική μάχη, όμως, εάν ο Τσέλα έχει έστω και ένα κρυφό ελάττωμα – ό,τι και να κάνει – θα έρθει στο φως οπωσδήποτε. Το επίχρισμα συμβατικότητας με το οποίο ο «πολιτισμός» μας καλύπτει όλους πρέπει να αφαιρεθεί μέχρι και το τελευταίο του στρώμα και ο εσώτερος Εαυτός να εκτεθεί γυμνός και χωρίς το ελάχιστο πέπλο να καλύπτει την πραγματικότητά του. Οι συνήθειες της κοινωνίας που δημιουργούν στους ανθρώπους, σε κάποιο βαθμό, ηθικές αναστολές και τους αναγκάζουν να αποτίουν φόρο τιμής στην αρετή με το να φαίνονται καλοί, είτε είναι είτε δεν είναι, αυτές οι συνήθειες πρέπει να ξεχαστούν παντελώς, αυτές οι αναστολές να καταργηθούν με την προσπάθεια που καταβάλλει ο "μαθητής". Τώρα βρίσκεται σε μια ατμόσφαιρα ψευδαισθήσεων – Μάγια. Η κακία φοράει το πιο ελκυστικό της προσωπείο και τα παραπλανητικά πάθη προσπαθούν να σαγηνεύσουν τον άπειρο μαθητή και να τον παρασύρουν στον βυθό της ψυχικής εξαθλίωσης.
Αυτό δεν μοιάζει με τη ζωγραφική ενός μεγάλου καλλιτέχνη που απεικόνισε τον Σατανά να παίζει σκάκι με έναν άνθρωπο με στοίχημα την ψυχή του, ενώ ο καλός άγγελος του τελευταίου στέκει στο πλάι του για να τον συμβουλέψει και να τον βοηθήσει. Γιατί ο αγώνας σε αυτή την περίπτωση είναι ανάμεσα στη Θέληση του Μαθητή  και τη σαρκική φύση του και το Κάρμα απαγορεύει σε οποιονδήποτε άγγελο ή Γκουρού να αναμιχθεί μέχρι την τελική έκβαση. Με τη ζωντάνια της ποιητικής φαντασίας ο Bulwer Lytton εξιδανίκευσε αυτό το θέμα στο ποίημά του «Zanoni», ένα έργο που πάντα θα τιμάται από τους Αποκρυφιστές. Ενώ στο ποίημά του «Παράξενη Ιστορία» έχει δείξει εξίσου δυνατά τη μαύρη πλευρά της απόκρυφης έρευνας και τους θανάσιμους κινδύνους της.
Η μαθητεία ορίσθηκε, τις προάλλες, από έναν Μαχάτμα ως «μια ψυχική συνισταμένη που κατατρώγει όλη την σκουριά αφήνοντας μόνο καθαρό χρυσάφι πίσω της». Αν ο υποψήφιος έχει λανθάνοντα πόθο για χρήμα, πολιτικό δικολαβισμό ή υλιστική δυσπιστία, επιδειξιομανία ή δημαγωγία, ασπλαχνία ή αισθησιακή ικανοποίηση οιουδήποτε είδους, ο σπόρος σίγουρα θα βλαστήσει και, παράλληλα, το ίδιο θα συμβεί και με τις ευγενείς ιδιότητες της ανθρώπινης φύσης. Ο πραγματικός άνθρωπος θα φανεί.
Δεν είναι, λοιπόν, το άκρον άωτον της ανοησίας το να αφήσει κανείς τον ομαλό δρόμο της καθημερινής ζωής για να ανέβει στους απόκρημνους βράχους ως μαθητής χωρίς κάποιο λογικό αίσθημα βεβαιότητας ότι διαθέτει μέσα του το κατάλληλο υλικό; Λέει η Βίβλος: «Ας προσέξει αυτός που ίσταται να μην πέσει» - μια ρήση που επίδοξοι μαθητές θα έπρεπε να λάβουν υπ’ όψη τους πριν απερίσκεπτα αναλάβουν το έργο.
Καλό θα ήταν για μερικούς από τους "δόκιμους" να είχαν σκεφτεί δύο φορές πριν αψηφήσουν τις δοκιμασίες. Έρχονται στη μνήμη μας αρκετές θλιβερές αποτυχίες μέσα σε έναν χρόνο. Κάποιος έπαθε παράκρουση, αναίρεσε υψηλόφρονες ιδέες που είχε διατυπώσει μόλις πριν μερικές εβδομάδες και έγινε πιστός μιας θρησκείας που είχε, προ ολίγου, με περιφρόνηση αποδείξει ως λανθασμένη με αδιάσειστα επιχειρήματα. Ένας άλλος έγινε φυγόδικος και έφυγε κρυφά με τα χρήματα του εργοδότη του – που ήταν και αυτός Θεόσοφος. Ένας τρίτος παραδόθηκε σε ακολασίες, πράγμα που ομολόγησε με ανώφελους λυγμούς και δάκρυα στον επιλεγμένο Γκουρού του. Ένας τέταρτος δημιούργησε μια ετερόφυλη σχέση και τσακώθηκε με τους πιο αγαπημένους και αληθινούς φίλους του. Ένας πέμπτος έδειξε σημάδια παραλογισμού και οδηγήθηκε στο Δικαστήριο με κατηγορίες αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς. Ένας έκτος αυτοκτόνησε για να αποφύγει τις συνέπειες εγκληματικής πράξης λίγο πριν από την προφυλάκισή του.
Υπάρχουν πάμπολλα ανάλογα παραδείγματα. Προφανώς όλοι ήταν ειλικρινείς αναζητητές της αλήθειας και θεωρούνταν από τον κόσμο αξιοσέβαστοι άνθρωποι. Φαινομενικά ήταν επαρκείς για υποψήφιοι μαθητές. Όμως, «εντός όλα ήσαν διαβρωμένα και νεκρά». Το επίχρισμα του κόσμου ήταν τόσο παχύ που έκρυβε την απουσία του πραγματικού χρυσού. Και, ενώ η «συνισταμένη» υπήρχε, ο υποψήφιος αποδείχτηκε ότι βρισκόταν σε μια επιχρυσωμένη μορφή ηθικής σήψης από την περιφέρεια μέχρι τον πυρήνα….
Μέχρι τώρα, βεβαίως, ασχοληθήκαμε μόνο με τις αποτυχίες των εξωτερικών ή δόκιμων μαθητών. Υπάρχουν και μερικές πετυχημένες περιπτώσεις που περνούν βαθμιαία τα πρώτα στάδια της δοκιμασίας τους. Μερικοί καθιστούν εαυτούς χρήσιμους στην κοινωνία και γενικά στον κόσμο με το καλό παράδειγμα και τη διαγωγή τους. Εάν επιμείνουν, καλό γι’ αυτούς, καλό και για όλους εμάς: οι πιθανότητες είναι εξαιρετικά αρνητικές, αλλά, «τίποτα δεν είναι αδύνατο γι’ αυτόν που ΘΕΛΕΙ». Οι δυσκολίες της μαθητείας ποτέ δεν θα είναι μικρότερες, αν η ανθρώπινη φύση δεν αλλάξει και ένα νέο είδος εξελιχθεί. Ο Απόστολος Παύλος (Προς Ρωμ. VII, 18,19) μάλλον θα είχε κατά νου έναν "μαθητή" όταν έγραφε : «Το γαρ θέλειν παράκειταί μοι, το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω. Ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ’ ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω».
Και στον σοφό Kirátárjuniya του Bharavi είναι γραμμένο:
"Οι εχθροί που ξεσηκώνονται μέσα στο σώμα
Τόσο δύσκολο να νικηθούν – τα κακά πάθη –
Πρέπει αντρίκεια να πολεμηθούν, κι όποιος τα νικά
Είναι όμοιος με τον κατακτητή του κόσμου "(XI, 32)

 «The Theosophist», Ιούλιος 1883.